νεοπλούτους

νεοπλούτους
νεόπλουτος
newly become rich
masc/fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Φόκνερ, Ουίλιαμ — (Faulkner, Νιου Όλμπανι, Μισισιπής 1897 – Όξφορντ, Μισισιπής 1962). Αμερικανός συγγραφέας. Κατά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο τραυματίστηκε σε αεροπορικό επεισόδιο. Όταν γύρισε στην πατρίδα του γράφτηκε στο πανεπιστήμιο, κάνοντας συγχρόνως διάφορα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”